Τα κύρια αποτελέσματα του ερευνητικού προγράμματος παρουσιάζονται πιο κάτω. Καταρχάς η πρώτη φάση του ερευνητικού προγράμματος κατέδειξε πως υπήρξε στατιστικά σημαντική απόκλιση μεταξύ των σχολείων σε σχέση με το βαθμό που οι μαθητές είναι θύτες ή θύματα εκφοβιστικής συμπεριφοράς και επίσης στατιστικά σημαντική διαφορά σε σχέση με τη λειτουργία των παραγόντων σε επίπεδο σχολείου. Κατά δεύτερο λόγο, τα δεδομένα που προέκυψαν από αυτή τη φάση στηρίζουν την εγκυρότητα αφενός του ερωτηματολογίου που χρησιμοποιήθηκε για την μέτρηση της εκφοβιστικής συμπεριφοράς και αφετέρου του ερωτηματολογίου που χρησιμοποιήθηκε για την μέτρηση της λειτουργίας των παραγόντων σε επίπεδο σχολείου. Κατά τη διάρκεια της δεύτερης φάσης εγκυροποιήθηκαν ακόμα δύο εργαλεία: α) το ερωτηματολόγιο για τις κοινωνικές δεξιότητες (social cognition test) και β) το ερωτηματολόγιο ποιότητας του σχολικού κλίματος (quality of school life). Αυτά τα εργαλεία μπορούν να χρησιμοποιηθούν από τα σχολεία στις χώρες που συμμετείχαν στο πρόγραμμα τόσο για σκοπούς έρευνας όσο και για προσπάθειες βελτίωσης της αποτελεσματικότητας. Επίσης τα ποιοτικά δεδομένα τα οποία έχουν συλλεχθεί στη δεύτερη φάση του ερευνητικού προγράμματος κατέδειξαν πως τα σχολεία δεν αντιμετώπισαν σημαντικές δυσκολίες στην ανάπτυξη των μηχανισμών αυτοαξιολόγησης. Ακόμα τα ποιοτικά δεδομένα στηρίζουν την προσέγγιση που προτάθηκε (δυναμική προσέγγιση) για την αντιμετώπιση αλλά και τη μείωση της εκφοβιστικής συμπεριφοράς. Επιπρόσθετα, η χρήση πολυεπίπεδων μοντέλων έρευνας έδειξε πως υπάρχουν στατιστικά σημαντικές διαφορές μεταξύ των σχολείων σε σχέση με την αποτελεσματικότητά τους στην μείωση της εκφοβιστικής συμπεριφοράς. Η σημασία-βαθμός της επίδρασης του σχολείου διαφάνηκε ακόμα από τα δεδομένα τα οποία προέκυψαν από την κλίμακα Α το ερωτηματολογίου του Olweus (η κλίμακα αυτή αφορά το βαθμό στον οποίο ένας μαθητής είναι θύμα/δέκτης εκφοβιστικής συμπεριφοράς) αλλά και από τα δεδομένα τα οποία προέκυψαν από την κλίμακα Β ( η κλίμακα αυτή αναφέρεται στο βαθμό στον οποίο ένας μαθητής είναι θύτης/ασκεί εκφοβιστική συμπεριφορά) του ίδιου ερωτηματολογίου. Συγχρόνως, η πολυεπίπεδη ανάλυση κατέδειξε πως τα σχολεία τα οποία ακολούθησαν τη δυναμική προσέγγιση μείωσαν την εκφοβιστική συμπεριφορά σε στατιστικά σημαντικό υψηλότερο επίπεδο από τα σχολεία της ομάδας ελέγχου. Η χρήση της προσέγγισης η οποία προτάθηκε είχε ακόμα στατιστικά σημαντική επίδραση στην ανάπτυξη θετικότερων στάσεων απέναντι στη μάθηση. Ωστόσο, αυτή η επίδραση ήταν μικρότερη από την επίδραση της προσέγγισης αυτής στη μείωση της εκφοβιστικής συμπεριφοράς. Ένα άλλο εύρημα ήταν πως η χρήση αυτής της προσέγγισης είχε σχεδόν καμία επίδραση στις κοινωνικές δεξιότητες των μαθητών. Αυτό το εύρημα μπορεί να οφείλεται στο γεγονός πως τα περισσότερα σχολεία ανέπτυξαν στρατηγικές και δράσεις που σχετίζονταν περισσότερο με τη βελτίωση του μαθησιακού περιβάλλοντος του σχολείου και πολύ λιγότερο με την παροχή περαιτέρω μαθησιακών ευκαιριών. Καταληκτικά, σε κάποιες χώρες καταφέραμε να συλλέξουμε δεδομένα για τη λειτουργία των παραγόντων σε επίπεδο σχολείου τόσο στην αρχή όσο και στο τέλος της παρέμβασης. Σε αυτές τις χώρες φάνηκε πως τα σχολεία τα οποία ακολούθησαν την προτεινόμενη δυναμική προσέγγιση κατάφεραν να βελτιώσουν τη λειτουργία των παραγόντων σε επίπεδο σχολείου σε υψηλότερο επίπεδο από ότι τα σχολεία της ομάδας ελέγχου. Ταυτόχρονα αυτά τα σχολεία τα οποία βελτίωσαν την λειτουργία των παραγόντων σε επίπεδο σχολείου ήταν και πιο αποτελεσματικά και αποδοτικά σε σχέση με τη μείωση της εκφοβιστικής συμπεριφοράς.

View Executive Summary (.pdf 72.5KB)

View Implications of Findings (.pdf 5.66KB)

View Full Executive Summary Document (.pdf 78.5KB)