7.4

Κώδικας Δεοντολογίας Έρευνας

 

Πεδίο εφαρμογής

 

Ο παρών κώδικας εφαρμόζεται σε όλες τις ερευνητικές δραστηριότητες που διεξάγονται υπό την ευθύνη ή με συμμετοχή των υπηρετούντων μελών Δ.Ε.Π., Ε.Ε.Π, καθώς και των υπόλοιπων μελών του Διδακτικού Προσωπικού (π.χ. Επισκέπτες Ακαδημαϊκοί, Ειδικοί Επιστήμονες), των μελών του Διοικητικού Προσωπικού, των προπτυχιακών και μεταπτυχιακών φοιτητών ως μελών της Ακαδημαϊκής Κοινότητας, στους χώρους του Πανεπιστημίου Κύπρου ή εκτός αυτών, με ή χωρίς χρηματοδότηση. Οι πρόνοιες του παρόντος εφαρμόζονται, επίσης και στις περιπτώσεις παροχής εμπειρογνωμοσύνης, εξειδικευμένων υπηρεσιών, προγραμμάτων κατάρτισης ή άλλων επιστημονικών εφαρμογών. Βασικός σκοπός της ύπαρξης του Κώδικα Δεοντολογίας είναι η εξασφάλιση της απρόσκοπτης παραγωγής πρωτογενούς ή και εφαρμοσμένης έρευνας στο Π.Κ με τρόπο ωφέλιμο προς τον άνθρωπο και την κοινωνία.

 

Ο παρών Κώδικας Δεοντολογίας είναι σύμφωνος με το Σύνταγμα τις Κυπριακής Δημοκρατίας, την Ευρωπαϊκή Σύμβαση των Δικαιωμάτων του Aνθρώπου, το δίκαιο τις Ευρωπαϊκής Ένωσης και εν γένει την ισχύουσα εθνική και διεθνή νομοθεσία. Τις είναι σύμφωνος με τις κώδικες καλής πρακτικής, τις αρχές δεοντολογίας και τις διαδικασίες που απαιτούνται από την Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής, οι οποίες και αποτελούν απαραίτητο συμπλήρωμά του.

 

Ο παρών Κώδικας πρέπει να συνδυάζεται περαιτέρω με τα παρακάτω:

 

·        Πολιτική διανοητικής ιδιοκτησίας Π.Κ.

·        Πολιτική προστασίας προσωπικών δεδομένων Π.Κ.

·        Ευρωπαϊκό Κώδικα Δεοντολογίας για την ακεραιότητα της έρευνας

 

1.

Αρχές

 

1.1

Γενικές Αρχές

 

Οι ορθές ερευνητικές πρακτικές βασίζονται σε θεμελιώδεις αρχές της ακεραιότητας της έρευνας. Η έρευνα πρέπει να διεξάγεται με σεβασμό στην επιστημονική αλήθεια, στην ακαδημαϊκή ελευθερία, στη ζωή, τη φύση και το περιβάλλον, στη βιολογική και πνευματική ακεραιότητα του ανθρώπου, στην ανθρώπινη αξιοπρέπεια, στη διανοητική ιδιοκτησία και στα προσωπικά δεδομένα. Κατά την έρευνα πρέπει να αποφεύγεται κάθε δυσμενής διάκριση των συμμετεχόντων λόγω, ενδεικτικά και όχι περιοριστικά, εθνότητας, φυλής, εθνικής καταγωγής, γλώσσας, φύλου, θρησκείας, ιδιωτικής ζωής, σεξουαλικού προσανατολισμού, ταυτότητας φύλου, σωματικής ικανότητας ή κοινωνικοοικονομικής κατάστασης. Κατά τη διεξαγωγή  έρευνας οι ερευνητές/τριες οφείλουν όπως λαμβάνουν υπόψη τυχόν επιπτώσεις δύναται να έχει η εν λόγω έρευνα σε ευάλωτες ομάδες του πληθυσμού.

 

1.2

Αξιοπιστία και υπευθυνότητα στη διεξαγωγή της έρευνας

 

Κάθε επιστημονική έρευνα πρέπει να διεξάγεται με τρόπο που εγγυάται την αξιοπιστία της, η οποία αντανακλάται στο σχεδιασμό, τη μεθοδολογία, την ανάλυση, τη χρήση των πόρων και την ανακοίνωση των αποτελεσμάτων της, διασφαλίζοντας έτσι την ποιότητά της. Όλα τα μέλη της πανεπιστημιακής κοινότητας που συμμετέχουν στη διεξαγωγή έρευνας θα πρέπει να γνωρίζουν, να σέβονται και να τηρούν τους κώδικες δεοντολογίας έρευνας του οικείου επιστημονικού ή/και επαγγελματικού τους κλάδου. Ο σεβασμός αυτός θα πρέπει να αφορά όλα τα στάδια της έρευνας, από τον σχεδιασμό και την επιλογή του δείγματος, τη μεθοδολογία ή την εξασφάλιση συγκατάθεσης από τους συμμετέχοντες σε αυτήν, μέχρι και την ανάλυση, έκδοση και διάχυση των αποτελεσμάτων. Οι ερευνητές δεν πρέπει να επαναλαμβάνουν προηγούμενες έρευνες άλλων παρά μόνο αν δικαιολογείται επιστημονικά η επανάληψη. Η λογοκλοπή και η ιδιοποίηση ξένων επιτευγμάτων απαγορεύονται.

 

1.3

Ευθύνη και λογοδοσία

 

Η προσωπική και συλλογική ευθύνη συνδέονται οργανικά με την ηθική συμπεριφορά που θα πρέπει να επιδεικνύουν τα μέλη του Πανεπιστημίου Κύπρου. Συγκεκριμένα, κάθε ερευνητής/νήτρια και κάθε ερευνητική ομάδα αναμένεται να επιδεικνύει τη δέουσα υπευθυνότητα σε κάθε ενέργεια ή απόφαση που λαμβάνει και να αναλαμβάνει τη σχετική ευθύνη. Την ίδια στιγμή όλοι/όλες, είτε προσωπικά, είτε συλλογικά, θα πρέπει να είναι σε θέση να αιτιολογούν με σαφή και δεοντολογικά σωστό τρόπο τις επιλογές τους και τις πράξεις ή παραλείψεις τους στο πλαίσιο διεξαγωγής της έρευνας και της διάχυσης των αποτελεσμάτων της. Ως παραπτώματα στον τομέα της έρευνας νοούνται κατά παράδοση η κατασκευή, ή αλλοίωση ερευνητικών αποτελεσμάτων, η παραποίηση ή η λογοκλοπή (η αποκαλούμενη κατηγοριοποίηση FFP- fabrication, falsification, plagiarism) κατά την υποβολή προτάσεων, τη διεξαγωγή ή τον έλεγχο ερευνητικών δραστηριοτήτων, ή κατά την κοινοποίηση ερευνητικών αποτελεσμάτων.

 

1.4 

Κοινωνική Υπευθυνότητα

 

Οι ερευνητές/νήτριες οφείλουν να διεξάγουν τις έρευνές τους με σεβασμό προς το περιβάλλον, την αειφόρο πολιτική  και την ευρύτερη κοινωνία, να διαχέουν τα αποτελέσματα της έρευνας με κατανοητό τρόπο στο κοινωνικό σύνολο και να συμβάλουν στην πολιτισμική και οικονομική βελτίωση της ευρύτερης κοινωνίας. Οφείλουν ακόμη να ασκούν την ερευνητική τους δραστηριότητα με κύριο σκοπό την προαγωγή της επιστημονικής γνώσης και το όφελος του κοινωνικού συνόλου και να τηρούν τις διατάξεις της νομοθεσίας που αναφέρονται στα ερευνητικά αντικείμενα, τις αρχές ηθικής, τους κανόνες ορθής πρακτικής στην έρευνα, και τους κανόνες δεοντολογίας του επαγγέλματός τους και του παρόντος Κώδικα.

 

1.5

Υπεύθυνη χρήση των πόρων του πανεπιστημίου

 

Οι πόροι του Πανεπιστημίου Κύπρου δεν ανήκουν σε κανέναν ατομικά ή συλλογικά, αλλά στο σύνολο της ακαδημαϊκής κοινότητας. Η υλικοτεχνική υποδομή του Πανεπιστημίου στην ολότητά της διατίθεται προς χρήση στους/στις ερευνητές/νήτριες με την υποχρέωση αυτή να γίνεται υπεύθυνα, δηλαδή με φροντίδα για αποφυγή οποιασδήποτε σπατάλης ή καταστροφής, με σεβασμό στις αρχές και στους κανόνες χρηστής διαχείρισης.

 

2.

Ορθές ερευνητικές πρακτικές

 

2.1

Ελευθερία και διαφάνεια στη συγκατάθεση

 

Οιαδήποτε πρόσωπα που συμμετέχουν σε έρευνα πρέπει καταρχήν να δίνουν τη γραπτή συγκατάθεσή τους χωρίς την παραμικρή μορφή πίεσης και έχοντας πλήρη γνώση και επίγνωση των οποιωνδήποτε συνεπειών από τη συμμετοχή τους. Σε περίπτωση συμμετοχής ανηλίκων σε έρευνα, πρέπει να λαμβάνεται η γραπτή συγκατάθεση του γονέα ή κηδεμόνα. Ο/η ερευνητής/νήτρια οφείλει να διασφαλίζει, στο μέτρο του δυνατού, ότι οι συμμετέχοντες δεν θα επηρεαστούν αρνητικά από τη συμμετοχή τους στην έρευνα και να παρακολουθεί στενά περιπτώσεις στις οποίες διακρίνονται επιπτώσεις, ως απόρροια της εν λόγω συμμετοχής. Οι επιπτώσεις δύνανται να έχουν διαφορετική μορφή ανάλογα με τα αντικείμενα της έρευνας και το επιστημονικό πεδίο εκάστου/ης ερευνητή/τριας.  Συγκεκριμένα η συγκατάθεση θεωρείται ότι είναι συνειδητή, όταν τα άτομα, στα οποία διενεργείται η έρευνα, έχουν σαφώς πληροφορηθεί τους σκοπούς της έρευνας από τον/την ή τους/τις υπεύθυνους/ες για τη διεξαγωγή της έρευνας, για τις ερευνητικές μεθόδους και για τις πιθανές συνέπειες από τη διεξαγωγή και δημοσίευση των αποτελεσμάτων της έρευνας. Εξαιρούνται οι περιπτώσεις όπου η εν λόγω πληροφόρηση θα αλλοίωνε τα ερευνητικά συμπεράσματα και είναι αναγκαίο, σύμφωνα με τη φύση της έρευνας, τα άτομα στα οποία διενεργείται να μην την γνωρίζουν, ώστε η συμπεριφορά τους να παραμείνει ανεπηρέαστη. Η ελεύθερη συγκατάθεση προϋποθέτει ότι τα άτομα που αποτελούν αντικείμενο έρευνας δεν έχουν δεχθεί οιαδήποτε πίεση να συμμετάσχουν στην έρευνα και ότι μπορούν ανά πάσα στιγμή και αναιτιολογήτως να ανακαλέσουν τη συγκατάθεσή τους.

 

2.2 

Προστασία της ιδιωτικότητας

 

Οι ερευνητές/νήτριες δεσμεύονται να μη δημοσιεύσουν πληροφορίες που αφορούν τον ιδιωτικό βίο των ατόμων στα οποία διενεργήθηκε η έρευνα, εκτός εάν αυτά έχουν δώσει τη συγκατάθεσή τους. Εννοείται ότι σε περίπτωση που οι πληροφορίες που έχουν δοθεί οδηγούν τον/την ερευνητή/νήτρια στο συμπέρασμα ότι υπάρχει κίνδυνος για την ασφάλεια ή τη ζωή του συμμετέχοντος ή άλλων προσώπων, οφείλει στο βαθμό και με τη διαδικασία που ορίζεται διά νόμου και προς αποφυγή επικείμενου κινδύνου, να αποκαλύψει τον εν λόγω κίνδυνο στις αρμόδιες πανεπιστημιακές αρχές. Όταν η έρευνα αφορά μικρό αριθμό προσώπων ή οργανισμών η αναγνώριση των οποίων είναι εύκολη, ο ερευνητής/νήτρια πρέπει να απέχει από τη δημοσίευση πληροφοριών που θα οδηγούσαν στην ταυτοποίησή τους. Τα στοιχεία της έρευνας που μπορεί να οδηγήσουν σε υπόδειξη και αναγνώριση των προσώπων και ειδικότερα αυτά που αφορούν τον ιδιωτικό βίο, δέον να καταστρέφονται μετά από εύλογο χρονικό διάστημα, εκτός εάν η διατήρησή τους είναι απαραίτητη. Για όσο διάστημα διατηρούνται πρέπει να διαφυλάσσεται η εμπιστευτικότητά τους με τη λήψη των κατάλληλων μέτρων και να απαγορεύεται η πρόσβαση σε μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα.

 

2.3

Υπεύθυνη επεξεργασία και διαχείριση προσωπικών δεδομένων

 

Οι ερευνητές/νήτριες του Πανεπιστημίου Κύπρου αναλαμβάνουν τη δέσμευση να τηρούν με σχολαστικότητα τη νομοθεσία και τις ορθές πρακτικές που προβλέπονται για τη συλλογή, επεξεργασία, φύλαξη και χρήση προσωπικών δεδομένων. Το Πανεπιστήμιο Κύπρου με κάθε τρόπο είναι αποφασισμένο να διαφυλάξει τα δικαιώματα και τις ελευθερίες όλων εκείνων, των οποίων προσωπικά δεδομένα χρησιμοποιούνται με οιονδήποτε τρόπο σε έρευνες. Η εμπιστευτικότητα και η ασφαλής φύλαξη προσωπικών δεδομένων θα πρέπει να αποτελούν διαρκή μέριμνα των ερευνητών και οι ερευνητές/τριες θα πρέπει να συμμορφώνονται πλήρως με τον Κανονισμό (ΕΕ) 2016/679 του Ευρωπαϊκού Κοινοβουλίου και του Συμβουλίου της 27ης Απριλίου 2016 για την προστασία των φυσικών προσώπων έναντι της επεξεργασίας των δεδομένων προσωπικού χαρακτήρα και την Πολιτική Προστασίας Προσωπικών Δεδομένων του Πανεπιστημίου.

 

2.4

Πρακτικές και διαχείριση δεδομένων

 

Οι ερευνητές/τριες οφείλουν να διασφαλίζουν την κατάλληλη διαχείριση και επιμέλεια όλων των δεδομένων και των υλικών έρευνας, συμπεριλαμβανομένων των μη δημοσιευμένων, διατηρώντας τα με ασφάλεια για εύλογο χρονικό διάστημα. Οφείλουν επίσης να διασφαλίζουν ότι οι τρόποι πρόσβασης στα δεδομένα χαρακτηρίζονται από διαφάνεια και ότι η πρόσβαση σε αυτά είναι όσο το δυνατόν πιο ανοικτή, όσο περιορισμένη απαιτείται και, κατά περίπτωση, σύμφωνη με τις αρχές FAIR – Findable, Accessible, Interoperable, ReUsable· δηλαδή, με δυνατότητα ανεύρεσης, πρόσβασης, διαλειτουργικότητας και επαναχρησιμοποίησης για τη διαχείριση δεδομένων.

 

2.5

Υποχρέωση εμπιστευτικότητας

 

Οι ερευνητές/νήτριες, καθώς και όλα τα εξουσιοδοτημένα πρόσωπα οφείλουν να μην ανακοινώνουν σε μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα εμπιστευτικές πληροφορίες που περιήλθαν σε αυτούς κατά τη διάρκεια διαπραγματεύσεων νέας ερευνητικής συνεργασίας, καθώς και κατά την εκπόνηση ενός ερευνητικού έργου. Ο περιορισμός αυτός αφορά και όλους τους εργοδοτούμενους του Πανεπιστημίου Κύπρου οι οποίοι χωρίς να είναι ρητώς εξουσιοδοτημένοι, είναι δυνατόν να έλθουν σε επαφή με τέτοιου είδους εμπιστευτικές  πληροφορίες.

 

Οι ερευνητές/νήτριες, καθώς και όλα τα εξουσιοδοτημένα πρόσωπα οφείλουν να μην ανακοινώνουν σε μη εξουσιοδοτημένα πρόσωπα εμπιστευτικές πληροφορίες που περιήλθαν σε αυτούς κατά τη διάρκεια διαπραγματεύσεων νέας ερευνητικής συνεργασίας, καθώς και κατά την εκπόνηση ενός ερευνητικού έργου. Ο περιορισμός αυτός αφορά και όλους τους εργοδοτούμενους του Πανεπιστημίου Κύπρου οι οποίοι χωρίς να είναι ρητώς εξουσιοδοτημένοι, είναι δυνατόν να έλθουν σε επαφή με τέτοιου είδους εμπιστευτικές πληροφορίες. Ο όρος εμπιστευτικές πληροφορίες, για σκοπούς έρευνας, αφορά πληροφορίες που παρέχονται προφορικά, εγγράφως, ηλεκτρονικά ή με οποιονδήποτε άλλον τρόπο και που περιλα΅βάνουν ενδεικτικά αλλά όχι περιοριστικά, τεχνικές και ΅η τεχνικές πληροφορίες, που αφορούν  ευρεσιτεχνίες, θέματα διανοητικής και πνευματικής ιδιοκτησίας, ε΅πορικά σή΅ατα και σχέδια, αναλύσεις, ΅ελέτες, δεδομένα, πληροφορίες χαρακτηρισμένες ως ιδιόκτητες, τεχνογνωσία, διαδικασίες, λογισ΅ικό.

 

Δεν περιλα΅βάνονται πληροφορίες (α) που κατά τον χρόνο της αποκάλυψης είναι ευρέως διαθέσι΅ες στο κοινό, εκτός από τις περιπτώσεις που η αποκάλυψη έχει γίνει από τον Παραλήπτη, ή (β) που ο Παραλήπτης έχει λάβει από ανεξάρτητες πηγές ελεύθερες από οποιαδήποτε υποχρέωση ε΅πιστευτικότητας, ή (γ) που επιβάλλεται να αποκαλυφθούν λόγω δημοσίου συμφέροντος βάσει νό΅ου ή δικαστικής διαδικασίας.

 

2.6

Προστασία διανοητικής ιδιοκτησίας

Το Πανεπιστήμιο Κύπρου και οι ερευνητές/νήτριες οφείλουν να τηρούν τη νομοθεσία για την προστασία της διανοητικής  ιδιοκτησίας. Ειδικότερα, το καθεστώς απόδοσης και διαχείρισης της διανοητικής ιδιοκτησίας και συγγενών δικαιωμάτων σε σχέση με τα αποτελέσματα της έρευνας πρέπει να είναι εκ των προτέρων σαφώς προσδιορισμένο, έτσι ώστε να είναι σαφές ποιος/ποια ή ποιοι/ποιες είναι οι εκάστοτε δικαιούχοι. Οι ερευνητές/νήτριες θα πρέπει να καθοδηγούνται σχετικά από την Πολιτική Διανοητικής Ιδιοκτησίας του Πανεπιστημίου και να διασφαλίζουν ότι τυχόν συμβάσεις ή συμφωνίες που σχετίζονται με ερευνητικά αποτελέσματα περιλαμβάνουν ισότιμες και δίκαιες διατάξεις για τη διαχείριση της χρήσης, της κυριότητας και/ή της προστασίας των εν λόγω αποτελεσμάτων βάσει δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας.

 

2.7

Διάχυση της γνώσης

 

Οι ερευνητές/νήτριες οφείλουν να διασφαλίζουν ότι το έργο τους καθίσταται διαθέσιμο σε συναδέλφους με έγκαιρο, ανοικτό, διαφανή και ακριβή τρόπο, εκτός εάν έχει συμφωνηθεί διαφορετικά, και να είναι ειλικρινείς κατά τη γνωστοποίησή του στο ευρύ κοινό, καθώς και σε παραδοσιακά μέσα ενημέρωσης και σε μέσα κοινωνικής δικτύωσης. Οφείλουν επίσης να αναγνωρίζουν, με ενδεδειγμένο τρόπο το Πανεπιστήμιο Κύπρου, καθώς και το σημαντικό έργο και την πνευματική συμβολή τρίτων, οι οποίοι επηρέασαν την κοινοποιούμενη έρευνα, συμπεριλαμβανομένων συνεργατών, συμμετεχόντων, βοηθών και χρηματοδοτών.

 

2.8 

Αποφυγή σύγκρουσης συμφερόντων

 

Τα μέλη του Πανεπιστημίου και συγκεκριμένα οι ερευνητές/νήτριες δεσμεύονται ότι κατά τη διεξαγωγή της έρευνάς τους θα εντοπίζουν και θα αποφεύγουν καταστάσεις, δραστηριότητες και ενέργειες που συνιστούν σύγκρουση συμφερόντων. Ακόμη περισσότερο, οι ερευνητές/νήτριες θα πρέπει να καταβάλουν κάθε δυνατή προσπάθεια να εντοπίζουν και να διαχειρίζονται κατάλληλα σχέσεις και επιλογές που θα μπορούσαν να καταλήξουν σε σύγκρουση συμφερόντων.

 

2.9

Συλλογική έρευνα

 

Οι ερευνητές/νήτριες έχουν υποχρέωση αμοιβαίου σεβασμού και δικαίωμα ίσης μεταχείρισης. Όλοι οι εταίροι σε ερευνητικές συνεργασίες αναλαμβάνουν ευθύνη για την ακεραιότητα της έρευνας και συμφωνούν εξαρχής σχετικά με τους στόχους της έρευνας και τη διαδικασία κοινοποίησης των πορισμάτων της έρευνας με όσο το δυνατόν πιο διαφανή και ανοικτό τρόπο. Συμφωνούν επίσης, κατά την έναρξη της συνεργασίας τους, σχετικά με τις προσδοκίες τους και τα πρότυπα ακεραιότητας της έρευνας, τις εφαρμοστέες νομοθετικές και κανονιστικές διατάξεις, την προστασία των δικαιωμάτων πνευματικής ιδιοκτησίας των συνεργατών και τις διαδικασίες χειρισμού συγκρούσεων και ενδεχόμενων περιπτώσεων παραπτωμάτων.

 

2.10

Τήρηση κανόνων ασφαλείας

 

Οι ερευνητές/νήτριες του Π.Κ. οφείλουν να εφαρμόζουν όλους τους αναγνωρισμένους στο οικείο επιστημονικό πεδίο κανόνες ασφαλείας, καθώς και όσους ορίζονται ειδικά από το Π.Κ (βλ. ιστοσελίδα Π.Κ «Ασφάλεια και υγεία στην εργασία»). Σε περίπτωση που η ορθή τήρηση κανονισμών ασφαλείας εξαρτάται από θέματα υποδομών/εξοπλισμού ενημερώνουν τους αρμοδίους, ώστε να ληφθούν άμεσα τα απαραίτητα μέτρα. Οι ερευνητές/τριες δεσμεύονται να καταγράφουν ανά χρονικά διαστήματα που κρίνουν αναγκαίο, προβλήματα που αντιμετωπίζουν ή πιστεύουν πως πρόκειται να αντιμετωπίσουν σε σχέση με την ασφάλεια και να τα αποστέλλουν γραπτώς στις αρμόδιες υπηρεσίες του Π.Κ. για την έγκαιρη αντιμετώπιση ή/και πρόληψή τους.

 

3.

Ειδικά Αντικείμενα έρευνας

 

3.1

Έρευνα με αντικείμενο τον άνθρωπο-Βιοηθική 

 

Όσοι διενεργούν έρευνα σε ανθρώπους πρέπει να είναι ενήμεροι για τις αρχές ηθικής και τους ειδικότερους κανόνες δεοντολογίας που διέπουν το αντικείμενό τους. Ειδικά, κάθε έρευνα που περιλαμβάνει ανθρώπους πρέπει να διεξάγεται σύμφωνα με τις θεμελιώδεις βιοηθικής αρχές της αυτονομίας των προσώπων, της ωφέλειας, της μη βλάβης και της δικαιοσύνης.

 

3.2

Έρευνα με αντικείμενο πτώμα

 

Όσοι διενεργούν έρευνα σε πτώματα, οφείλουν να το πράττουν με βάση τις αρχές που διατυπώνονται στο 3.1 και αφού έχουν λάβει γραπτώς τη συγκατάθεση των οικείων και νομίμως υπεύθυνων προσώπων.

 

3.3

Έρευνα με αντικείμενο τα ζώα

 

Η έρευνα σε ζώα εργαστηρίου πρέπει να διενεργείται μόνον εφόσον δεν υπάρχει εναλλακτικός τρόπος έρευνας, στον απολύτως αναγκαίο αριθμό ζώων και με ιδιαίτερη μέριμνα των ερευνητών να αποφεύγονται η άσκοπη ταλαιπωρία και ο πόνος. Η μεταχείριση των ζώων υπόκειται στους κανόνες της ορθής ερευνητικής πρακτικής και τις προβλέψεις της κείμενης νομοθεσίας.

 

3.4

Έρευνα σχετικά με το φυσικό, οικιστικό και πολιτιστικό περιβάλλον

 

Καμία έρευνα δεν δικαιολογεί προσβολή του φυσικού περιβάλλοντος κατά παραβίαση των ηθικών/ δεοντολογικών κανόνων και των ισχυόντων νόμων για την προστασία του, καθώς και για τη διαχείριση των αποβλήτων. Κάθε έρευνα οφείλει να διεξάγεται με βάση την αρχή της περιβαλλοντικής ευθύνης και να ενισχύει την ανάπτυξη περιβαλλοντικά φιλικών τεχνολογιών. Καμία έρευνα δεν δικαιολογεί προσβολή του πολιτιστικού περιβάλλοντος, όπως αυτό προστατεύεται από δεοντολογικούς κανόνες και την κείμενη νομοθεσία.

 

 

Πηγές

 

§  Ευρωπαϊκός Κώδικας Δεοντολογίας για την ακεραιότητα στην έρευνα

§  Εθνική Επιτροπή Βιοηθικής- Νομοθεσία

§  Κώδικας Δεοντολογίας στην Έρευνα-Αριστοτέλειο Πανεπιστήμιο Θεσσαλονίκης

§  Κώδικας Ηθικής και Δεοντολογίας της Έρευνας-Πανεπιστήμιο Κρήτης

§  Δήλωση εμπιστευτικότητας- Βουλή των Ελλήνων 

§  Research Ethics Policy-Faculty of Law, University of Cambridge

§  Policy on the ethics of research involving Human Participants and Personal Data-University of Cambridge

§  Academic integrity in research. Code of Practice and Procedure - University of Oxford

§  Ethical Code of Behavior-University of Bologna

§  Cornel code of academic integrity- Cornel University

§  General Principles on the ethical conduct of research and scholarship- University of Illinois 

§  Research ethics policy- University of Tasmania

§  Ethical Principles of Psychologists and Code of Ethics-American Psychological Association

 

 

Εγκρίθηκε κατά τη συνεδρία της Συγκλήτου αρ. 19/2019, ημερ. 03/07/2019 και επικυρώθηκε κατά τη συνεδρία της Επιτροπής Προσωπικού και Κανονισμών αρ. 11/2019,  ημερ. 30/7/2019.